Σε συνέχεια της διερεύνησης των αρετών που χαρακτηρίζουν την ιδανική πολιτεία, ο Πλάτωνας, αφού έχει αναφερθεί στη σοφία η οποία είναι ίδιον των “φυλάκων”, δηλαδή των βασιλέων–φιλοσόφων που κυβερνούν, και την ανδρεία η οποία ταυτίζεται με τους στρατιώτες–υπερασπιστές της πολιτείας, προχωρά στις δύο αρετές που απομένουν, δηλαδή στη σωφροσύνη και εν τέλει στη δικαιοσύνη εξ αιτίας της οποίας, της δικαιοσύνης δηλαδή, έγινε όλη η έρευνα.
Εδώ θα σταθούμε στην αρετή της σωφροσύνης για να γνωρίσουμε τον τρόπο που ο Πλάτωνας αντιλαμβάνεται την έννοια και τις προϋποθέσεις της αρετής αυτής. Γράφει λοιπόν:
«Η σωφροσύνη είναι ένα είδος τάξης και χαλιναγώγησης κάποιων απολαύσεων και επιθυμιών και χαρακτηρίζεται ως η κατάσταση του να είναι κανείς “ανώτερος του εαυτού του”.
Τούτο, λοιπόν, το “ανώτερος του εαυτού του”, δεν είναι αστείο; Γιατί όποιος είναι ανώτερος από τον εαυτό του μπορεί συνάμα να είναι και κατώτερος απ` αυτόν αφού αυτοί οι χαρακτηρισμοί αποδίδονται στον ίδιο άνθρωπο.
Ωστόσο, έχω τη γνώμη πως η έκφραση αυτή σημαίνει ότι μέσα στον ίδιο άνθρωπο, μέσα στην ψυχή του, υπάρχει από τη μία κάτι καλύτερο και από την άλλη κάτι χειρότερο, κι όταν το εκ φύσεως καλύτερο επικρατεί στο χειρότερο, ακριβώς αυτή η κατάσταση αποτυπώνεται στην έκφραση “ανώτερος του εαυτού του” και αποτελεί έπαινο, κι όταν πάλι εξ αιτίας της κακής αγωγής ή κάποιας συναναστροφής το καλύτερο κομμάτι του εαυτού, που είναι και το μικρότερο, κυριαρχείται από το μέγεθος του χειροτέρου μέρους, την κατάσταση αυτή στιγματίζει η έκφραση “κατώτερος του εαυτού του” και χαρακτηρίζει ακόλαστο όποιον λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο.
Κοίταξε λοιπόν τη νέα μας πόλη και θα διαπιστώσεις ότι ένα απ’ αυτά τα δύο υπάρχει και σ’ αυτήν, γιατί θα παραδεχθείς ότι δικαίως η πόλη αυτή θα χαρακτηρίζεται “ανώτερη από τον εαυτό της”, αν ευσταθεί ότι το καλύτερο κομμάτι κυριαρχεί στο χειρότερο και το εξουσιάζει.
Εν τούτοις τις πολλές και παντός είδους επιθυμίες, απολαύσεις και λύπες θα τις συναντούσε κανείς ιδιαίτερα στα παιδιά, τις γυναίκες, τους δούλους και στους περισσότερους από τους λεγομένους ελεύθερους. Ενώ σε αντίθεση μ’ αυτό, τις απλές και μετρημένες επιθυμίες, αυτές που συνοδεύονται από φρόνηση και ορθή σκέψη και τις οδηγεί η λογική, θα τις συναντήσουμε σε λιγοστούς ανθρώπους, αυτούς που έχουν άριστη φυσική προδιάθεση και έλαβαν άριστη παιδεία.
Δεν βλέπεις λοιπόν ότι και αυτά υπάρχουν στην πόλη και εκεί τις επιθυμίες των πολλών ελέγχουν οι επιθυμίες και η φρόνηση των λιγοστών και ευγενών ανθρώπων;
Αν λοιπόν υπάρχει μια πόλη για την οποία αξίζει κανείς να πει ότι είναι ανώτερη από τις απολαύσεις και τις επιθυμίες κι από τον ίδιο της τον εαυτό, αυτό πρέπει να ειπωθεί γι αυτήν την πόλη και επομένως συμπεραίνεται ότι αυτή η πόλη χαρακτηρίζεται από σωφροσύνη.
Επίσης, αν σε κάποια άλλη πόλη οι άρχοντες και οι αρχόμενοι έχουν την ίδια άποψη σχετικά με το ποιοι πρέπει να κυβερνούν, σε ποιες από τις δύο αυτές τάξεις της πόλης υποστηρίζεις ότι υπάρχει σωφροσύνη, στους άρχοντες ή στους αρχομένους;
Και στις δύο φυσικά υποθέτω.
Βλέπεις λοιπόν ότι σωστά το μαντέψαμε πρωτύτερα, ότι η σωφροσύνη δηλαδή μοιάζει να είναι κάτι σαν αρμονικό συνταίριασμα.
Γιατί με τη σωφροσύνη δεν συμβαίνει ό,τι με την σοφία και την ανδρεία οι οποίες υπάρχουν χωριστά η καθεμία σε διαφορετικές κατηγορίες πολιτών.
Με τη σωφροσύνη δεν γίνεται έτσι, αλλά είναι απλωμένη σε όλη την πόλη, πέρα ως πέρα, φθάνοντας στην τέλεια συμφωνία όλων των στοιχείων, παράγοντας αρμονία ανάμεσα στους αδύναμους και τους μεσαίους πολίτες ίσαμε τους πιο δυνατούς —είτε θέλεις να τους αποτιμήσεις σύμφωνα με τη νοημοσύνη ή τη σωματική δύναμη ή τον πλούτο ή με οτιδήποτε άλλο.
Θα μπορούσαμε λοιπόν έτσι πάρα πολύ εύστοχα να πούμε ότι η σωφροσύνη είναι η ομόνοια, η αρμονική συμφωνία του φύσει κατώτερου με το φύσει ανώτερο πάνω στο ερώτημα ποιο από τα δύο πρέπει να κυριαρχεί τόσο στην πόλη όσο και στον καθένα εσωτερικά.»
Πλάτωνος «Πολιτεία» 430 e6 - 432 a10